Ήντα να κάμω εδά; Τα 'χω με τον απατό μου τον ίδιο! Πώς να πιάσω θέλει να μιλώ για τούτα τα ιερά θεριά, Κουρήτες σεβάσμιους, γεννήματα αντρίκια τση μάνας μου τση Κρήτης; Πώς να τολμήση ο στόμας μου να γυροφέρη για τον πατέρα μου τον Νικολή, τον παππού μου τον Βιτσέντζο, τον προπάππο μου τον Δομένικο, τον μπάρμπα μου τον Γιάννη, τον νουνό μου τον Μενέλαο; Γιατί ετσά δεσμοί με δένουσι, εμέ και κάθε Κρητικό απού κατέχει τα ριζοβαστάματά του, με τον Καζαντζάκη, τον Κορνάρο, τον Θεοτοκόπουλο–Γκρέκο, τον Κονδυλάκη, τον Παρλαμά. Κι αναθίβαλα μερικούς μοναχά από τσ' ανθρώπους απού ετιμήσασι την νεώτερη Πνευματική Κρήτη, απού αναδείξασι την «Κρητική ματιά», απού στηλιώσασι το μπόϊ τως απά στον Ψηλορείτη κι είδασι και οίδασι πως όσο σκαρφαλώνει ο Άνθρωπος στα δύσβατα γκρεμνά, τόσο ανοίγει το μάτι του κι η θωριά του ξεμακραίνει, ξεπερνάει τσι γραμμές των οριζόντων, μεταθέτει τα όρια πιο πέρα, παύει να 'ναι κατωμερίτης –κι ας γεννήθηκε στα πεδινά– και γίνεται αδελφός του αητού, γυιός κ...
Σχόλια